Ο Γουναρόπουλος διαμορφώνει την προσωπική του εικαστική γλώσσα στο Παρίσι τη δεκαετία του 1920. Είναι μια περίοδος που οι καλλιτεχνικοί κύκλοι επηρεάζονται από την ψυχανάλυση του Φρόυντ και την τέχνη των «πρωτόγονων» πολιτισμών, ενώ μεσουρανεί ο σουρεαλισμός. Ο Γουναρόπουλος είναι δεκτικός, αν και επιλεκτικός, σε αυτά τα καλέσματα. Δημιουργεί έτσι ένα προσωπικό σύμπαν, έναν χώρο ονειρικό και ρευστό, ο οποίος μπορεί να φιλοξενήσει, σε όλη του την πολυσυνθετότητα, το πιο σημαντικό του θέμα, τη γυναίκα.
Το έμφυτο ταλέντο του στο σχέδιο, η ακαδημαϊκή του παιδεία και η μελέτη της χρήσης της γραμμής στην αρχαιοελληνική τέχνη δίνουν στον καλλιτέχνη τη δυνατότητα να εκφράσει τα εσωτερικά του οράματα μέσα από τις λυρικές καμπύλες της μονοκοντυλιάς. Στο Βάζο με άνθος και γυναικείο κεφάλι, το σχέδιο παίζει πρωταρχικό ρόλο, ενώ η κυριαρχία της καμπύλης είναι απόλυτη, στο βάζο, στο τοπίο, στα άνθη, στα φύλλα. Ο καλλιτέχνης δημιουργεί με αυτό τον τρόπο αλληλουχίες συνειρμών που έχουν ως κεντρικό άξονα το γυναικείο σώμα και ο θεατής ανακαλύπτει συνεχώς νέες μορφές κρυμμένες μέσα στις προφανείς εικόνες.